Αγαπητοί Αναγνώστες, υπάρχουν πληγές στην ψυχή του ανθρώπου που δεν φαίνονται με την πρώτη ματιά, μα πονάνε βαθιά και επίμονα.
Είναι οι πληγές που γεννιούνται από τα πάθη, από τον φθόνο, τη ζήλια, την πικρία. Μία απ’ αυτές, η πιο ύπουλη ίσως, είναι η εμπάθεια. Ένα σιωπηλό δηλητήριο που φωλιάζει στην καρδιά και την τρώει εκ των έσω, χωρίς φανερό θόρυβο, χωρίς κραυγές, αλλά με σταθερή και ύπουλη δύναμη. Αυτή είναι το θέμα του σημερινού μας άρθρου και πάμε αμέσως να ξεκινήσουμε…
Είναι γεγονός ότι η εμπάθεια δεν χρειάζεται αιτία ή αφορμή συγκεκριμένη για να εκδηλωθεί. Μπορεί να ξεκινήσει από το τίποτα μέχρι και από τα πιο σύνθετα, ανάλογα με την κάθε περίπτωση αλλά και τον κάθε άνθρωπο ξεχωριστά. Μπορεί να εμφανισθεί η εμπάθεια απλώς επειδή ο άλλος φαίνεται να ευλογήθηκε ή να ευνοήθηκε περισσότερο, προόδευσε, αν αγαπήθηκε, αν έγινε αποδεκτός ή αναγνωρίσιμος ή απλά ξεχώρισε και μας προσπέρασε σε κάποιο τομέα. Μπορεί να είναι συνάδελφος, συγγενής, φίλος, ακόμη και αδελφός εν Χριστώ. Κι όμως, η καρδιά του εμπαθούς δεν αντέχει να βλέπει το φως του άλλου να λάμπει. Ενοχλείται, συγκρίνει, στενοχωριέται και πολλές φορές, χωρίς να το καταλαβαίνει, αφήνει τη σκέψη να σπείρει λόγια πικρίας, ειρωνείας ή κατακρίσεως.
Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος γράφει με την καίρια θεοπνευστία και διεισδυτικότητα που τον διακρίνει: «Ο φθονερός δεν έχει ειρήνη· το ίδιον του κακόν είναι η ευτυχία του άλλου». Πόσο αληθινό! Ο εμπαθής δεν χαίρεται με τη χαρά του αδελφού, αλλά πληγώνεται. Δεν ευλογεί, αλλά εσωτερικά καταριέται. Δεν δοξάζει τον Θεό που χαρίζει, αλλά αναρωτιέται γιατί δεν έδωσε και σ’ εκείνον. Και χωρίς να το αντιλαμβάνεται, χάνει την ειρήνη του και την επαφή με τη Χάρη Του Θεού.
Η Αγία Γραφή μάς διδάσκει ήδη από την αρχή της ιστορίας του ανθρώπου τι δύναμη καταστροφής έχει η εμπάθεια. Ο Κάιν δεν μίσησε τον αδελφό του Άβελ επειδή τον έβλαψε, αλλά επειδή ο Θεός ευλόγησε τη θυσία του. Αντί να ταπεινωθεί και να διορθωθεί, άφησε τον φθόνο να γίνει οργή και η οργή κατέληξε στον φόνο. Από τότε μέχρι σήμερα, η εμπάθεια συνεχίζει να σκοτώνει — όχι πάντα με χέρια, αλλά με βλέμματα, με κουβέντες, με σκέψεις, με γκρίνιες και ενίοτε παγιδεύσεις σε ένα κλίμα τοξικότητας και εχθρότητας.
Ο Αββάς Δωρόθεος εξηγεί με σοφία πως ο εμπαθής «ουδέποτε βλέπει τα του άλλου καθαρώς». Όλα τα παραμορφώνει μέσα από το γυαλί της ζήλιας και της εσωτερικής ανασφάλειας. Το καλό έργο του άλλου το θεωρεί υποκρισία, την πρόοδό του την ονομάζει τύχη, την ταπεινοφροσύνη του την περνά για απλή ταπεινολογία. Έτσι, χάνει τη χαρά και τη γαλήνη, και ζει με ένα μόνιμο παράπονο, μία γκρίνια που δεν τελειώνει σχεδόν ποτέ.
Ο Χριστός όμως μάς καλεί σε κάτι τελείως διαφορετικό. Δεν μας είπε απλώς να μην εχθρευόμαστε, αλλά να αγαπούμε εκείνους που μας μισούν. «Αγαπάτε τους εχθρούς υμών, καλώς ποιείτε τοις μισούσιν υμάς» (Λουκ. 6,27). Η θεραπεία της εμπάθειας δεν γίνεται με συμβουλές, αλλά με πράξη: με προσευχή, με συγχώρεση, με ενεργό αγάπη. Όποιος προσεύχεται για εκείνον που τον ζηλεύει ή τον κακολογεί, σβήνει τη φωτιά πριν απλωθεί γιατί πολύ απλά δεν ανταποδίδει.
Ο Άγιος Παΐσιος, μεταξύ άλλων έλεγε ότι «ο εμπαθής άνθρωπος κουβαλάει μέσα του μία κάμινο». Πράγματι όπου κι αν πάει, η κάμινος αυτή τον καίει. Και δεν ησυχάζει παρά μόνο όταν βάλει μέσα της κι άλλους. Η ταπείνωση, όμως, σβήνει τη φωτιά αυτή. Όταν ο άνθρωπος καταλάβει ότι όλα είναι δώρα του Θεού, σταματά να συγκρίνει. Χαίρεται με τη χαρά του άλλου και ευχαριστεί τον Θεό για τα λίγα που έχει. Η ευγνωμοσύνη είναι το αντίδοτο στο δηλητήριο της εμπάθειας.
Στην πραγματικότητα, η εμπάθεια δεν βλάπτει ποτέ τον άλλον, αλλά πάντα εκείνον που τη νιώθει. Είναι σαν να πίνει κανείς δηλητήριο περιμένοντας να πεθάνει ο άλλος. Καταστρέφει τη χαρά, τη γλυκύτητα της προσευχής, την κοινωνία με τους ανθρώπους. Κάνει την ψυχή σκληρή, αδιάφορη και ψυχρά υπολογιστική. Και τότε ο άνθρωπος δεν μπορεί πια να χαρεί ούτε τη δική του ζωή.
Αν, όμως, ο άνθρωπος σταθεί ειλικρινής ενώπιον του Θεού και πει με πίστη «Κύριε, καθάρισέ με από την εμπάθεια», ο Θεός τον αγγίζει και αλλάζει την καρδιά του. Η αγάπη του Θεού δεν διώχνει απλώς την εμπάθεια· την μεταμορφώνει. Εκεί όπου υπήρχε φθόνος, γεννιέται θαυμασμός. Εκεί όπου υπήρχε καχυποψία, έρχεται προσευχή. Εκεί όπου υπήρχε μίσος, ανθίζει ευλογία και αγάπη.
Η εμπάθεια είναι πράγματι ένα σιωπηλό δηλητήριο μέσα μας. Δεν φωνάζει, δεν φαίνεται, αλλά μας απομακρύνει από τον Θεό και από τον συνάνθρωπο. Μόνο η αληθινή αγάπη, η ανιδιοτελής, αυτή που δεν συγκρίνει και δεν υπολογίζει, μπορεί να τη νικήσει και κυρίως να την θεραπεύσει. Γιατί όπου κατοικεί η Αγάπη του Χριστού, δεν υπάρχει χώρος για σκοτάδι, για φθόνο ή εμπάθεια.
Κλείνοντας το άρθρο μας Αγαπητοί Αναγνώστες, ας συνειδητοποιήσουμε ότι στις ανθρώπινες σχέσεις, η εμπάθεια είναι ένα από τα πιο ύπουλα πνευματικά νοσήματα. Γεννιέται σιωπηλά μέσα στην καρδιά, τρέφεται από τη ζήλια και τον φθόνο, και τελικά δηλητηριάζει πρώτα εκείνον που τη νιώθει και μετά επηρεάζει το συγγενικό και το ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον. Φυσικά τώρα με το διαδίκτυο επιρρεάζει ταχύτατα και όλο τον κόσμο έμμεσα ή άμεσα. Εμείς ως χριστιανοί καλούμαστε καταρχήν με την βοήθεια του πνευματικού να την εντοπίζουμε μέσα μας, να μην την δικαιολογούμε και την αφήνουμε να δρα και να επηρεάζει τις πράξεις μας ανενόχλητη και κυρίως να ζητάμε την θεραπεία με ταπείνωση, προσευχή και αληθινή αγάπη. Αμήν!
Thank you for rating this article.
























































