Η Αγία Γραφή είναι η Αποκάλυψη του Θεού στο πρόσωπο του Λόγου.
Ασάρκου στην Π. Διαθήκη και ενσάρκου στην Κ. Διαθήκη, στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού. Η Αποκάλυψη-Γνώση αυτή του Θεού δεν αφορά την ουσία-φύση του Θεού, αφού αυτή είναι ακατάληπτος και αμέτοχος. Αυτό που μας Αποκαλύπτει ο Λόγος, Άσαρκος ή Ενσαρκωμένος είναι το πως του Θεού. Ο ευαγγελιστής Ιωάννης μας λέγει στην Α' Επιστολή: "Ο Θεός είναι αγάπη" (Α' Ιω. 4,8). Η αγάπη δεν είναι η ουσία του Θεού. Διότι πρώτον αν ήταν η ουσία του Θεού η αγάπη, τότε ο Θεός θα αγαπούσε αναγκαστικά, και δεύτερον, δεν θα γνωρίζαμε ποτέ την αγάπη του Θεού διότι η ουσία του Θεού είναι ακατάληπτος και αμέτοχος. Συνεπώς η αγάπη είναι ο τρόπος που ο Θεός "υπάρχει". Και πως φανερώθηκε ο Θεός ως αγάπη στον κόσμο; Μας το λέει ο Ιωάννης πιο κάτω: "Φανερώθηκε δε ανάμεσά μας αυτή η άπειρος αγάπη, με το ότι έστειλε ο Θεός Πατήρ τον Υιό του τον μονογενή στο κόσμο, ώστε με την θυσία αυτού να ζήσουμε εμείς" (Α' Ιω. 4,9). Μας το λέει όμως και ο ίδιος ο Υιός Λόγος στο ευαγγέλιο του Ιωάννη: "Τόσο πολύ αγάπησε ο Θεός τον κόσμο, ώστε τον Υιό του τον μονογενή τον θυσίασε πάνω στο Σταυρό" (Ιω. 3,16).
Συνεπώς ο Σταυρός του Χριστού είναι η Αποκάλυψη της "ύπαρξης" του Θεού ως αγάπης. Ο Σταυρός είναι η αυτοκένωση και αυτοπροσφορά του Θεού στον άνθρωπο. Ο Θεός Λόγος κενώνει και προσφέρει θυσιαστικά όλη του την "ύπαρξη" στον άνθρωπο για να ζήσει ο άνθρωπος ως Εκκλησία, της οποίας αρχή είναι η Αγία Τριάδα. Ο Πατήρ γεννά εκ της ουσίας του τον Υιό. Δηλαδή κενώνει, αδειάζει θα λέγαμε ανθρωπομορφικά τον εαυτό του ο Πατήρ και τον προσφέρει ολοκληρωτικά στον Υιό γεννητώς και στο Άγιο Πνεύμα εκπορευτώς. Το ίδιο κάνουν και τα άλλα δύο πρόσωπα. Κενώνουν τον εαυτό τους από την ουσία του Πατρός και την επιστρέφουν στον Πατέρα. Επειδή όμως δεν υπάρχει η διενέργεια του χρόνου στην Αγία Τριάδα, αυτή η κένωση των τριών προσώπων γίνεται ταυτόχρονα. Έτσι και τα τρία πρόσωπα έχουν την αυτή ουσία του Πατρός, κενωτικώς τον τρόπο. Αυτή η κένωση είναι ο Σταυρός. Έτσι ο Σταυρός προϋπάρχει της ιστορίας και του ανθρώπου, ως κένωση στην Αγία Τριάδα. Ο Λόγος Ιησούς Χριστός σταυρώνεται για να αποκαλύψει σ' εμάς το πως της Αγίας Τριάδας. Ο Ματθαίος μας περιγράφει στο ευαγγέλιό του την αγωνία του Χριστού, ως ανθρώπου, λίγο πριν το πάθος: "Και αφού προχώρησε λίγο, έπεσε με το πρόσωπό του κατά γης προσευχόμενος και λέγων: Πάτερ μου, αν είναι δυνατόν, ας μη πιω το ποτήριο τούτο. (Να μην σταυρωθώ). Πλήν όμως, ας μη γίνει όπως θέλω εγώ, αλλά όπως θέλεις εσύ" (Ματθ. 26,39) Άρα ο Σταυρός είναι το θέλημα του Θεού Πατρός.
Γνωρίζουμε από τους Πατέρες ότι το θέλημα και οι ενέργειες είναι κοινά και στα τρία πρόσωπα, διότι είναι εκ της ουσίας. Άρα ο Σταυρός είναι θέλημα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος. Ο Πατήρ θέλει ανάρχως και αιωνίως ο Υιός τελεί το θέλημα του Πατρός εν Αγίω Πνεύματι. Το θέλημα του Πατρός δεν έχει αρχή. Είναι αδιανόητο στον Θεό να θέλει εν χρόνω. Ότι θέλει ο Θεός το θέλει αϊδίως και αιωνίως. Συνεπώς και ο Σταυρός ο οποίος είναι θέλημα του Θεού προϋπάρχει ανάρχως. Γι' αυτό μας λέει ο Πέτρος: "Ο Σταυρός του Χριστού είχε προγνωσθεί ακι προορισθεί από τον Θεό Πατέρα, πριν ακόμα δημιουργηθεί ο κόσμος" (Α' Πέτ. 1,19) Και ο Ιωάννης γράφει στην Αποκάλυψη: " του αρνίου του εσφαγμένου από καταβολής κόσμου" (Απ. 13,8) Ο Χριστός είναι το εσφαγμένο αρνίο πάνω στο σταυρό πριν ακόμα δημιουργηθεί ο κόσμος. Έτσι δείχνεται μέσα από τον Αποκαλυπτικό Λόγο ότι ο Σταυρός προϋπάρχει του κόσμου, βρίσκεται δηλαδή μέσα στη ζωή της Αγίας Τριάδος.
Ο Σταυρός είναι η θυσιαστική κένωση και αυτο-προσφορά του Θεού στην Εκκλησία. Ένας Σταυρωμένος έξω από την Εκκλησία δεν έχει κανένα νόημα. Ο Σταυρός είναι το πολίτευμα που διέπει τις σχέσεις των μελών της Εκκλησίας. Δηλαδή, το κάθε μέλος της Εκκλησίας γίνεται Εκκλησία, όταν αυτο-κενώνει και αυτο-προσφέρει θυσιαστικώς τον τρόπο, τον εαυτό του στα άλλα μέλη. "Όλοι δε αυτοί που είχαν πιστέψει, τα μέλη της Εκκλησίας, βρίσκονταν σε συνεχή κοινωνία μεταξύ τους και είχαν τα πάντα κοινά. Πωλούσαν δε τα κτήματά τους και τα άλλα υπάρχοντά τους και τα εισπραττόμενα χρήματα τα μοίραζαν στα πτωχά μέλη, ανάλογα με τις ανάγκες του καθενός" (Πραξ. 2,44). Από την αρχή της ιστορικής Εκκλησίας το κάθε μέλος της ζούσε με θυσιαστική αυτοσυνείδηση προς τα άλλα μέλη. Γράφει ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής στην Α' Εκατοντάδα Περί Αγάπης: "Όποιος αγαπά το Θεό, αγαπά δίχως άλλο και τον πλησίον του.
Ένας τέτοιος άνθρωπος δεν μπορεί να φυλάει χρήματα, αλλά τα διαχειρίζεται κατά το θέλημα ου Θεού και τα μοιράζει σ' εκείνους που έχουν ανάγκη". Εδώ ο άγιος Μάξιμος είναι φανερό ότι μιλά για τα μέλη της Εκκλησίας. Διότι μέλη της Εκκλησίας είναι όσοι ελεύθερα αποφασίζουν και το κάνουν πράξη να ζήσουν αυτή την κένωση και αυτο-προσφορά προς τον άλλον, στο πρότυπο της Αγίας Τριάδος. Ο Χριστός αναβαίνοντας στο Σταυρό μας κάνει μια πρόταση: Ο τρόπος, το πολίτευμα του αληθούς, της κοινότητος, στο πρότυπο της Αγίας Τριάδος, είναι η κένωσή μας και αυτο-προσφορά μας, ο τρόπος του Σταυρού.