Print this page

Πώς η επιστήμη μετατράπηκε σε θρησκεία.

Συντάκτης  Μάι 31, 2022

 Πολλοί διανοούμενοι των νεώτερων χρόνων (δηλαδή από τον 18ο αιώνα – την εποχή του Διαφωτισμού – και έπειτα)

υποστήριξαν ότι η επιστήμη έρχεται να αντικαταστήσει στη ζωή και την κοινωνία του ανθρώπου τη θρησκεία, έρχεται δηλαδή να του προσφέρει «την αλήθεια» στα θεμελιώδη ζητήματα, που μέχρι τώρα εκείνος νόμιζε ότι του την προσφέρει η θρησκεία: στο ζήτημα της γνώσης του κόσμου που μας περιβάλλει, της διαφοράς του καλού από το κακό και στην κατανόηση του θανάτου, ενδεχομένως και στη νίκη εναντίον του θανάτου, με την ανάπτυξη της Ιατρικής.

Αυτό φανερώνει ότι η νεώτερη επιστήμη αντιμετωπίστηκε με θρησκευτικό τρόπο από την ίδια τη γέννησή της. Και η εντυπωσιακή ανάπτυξή της πρόσφερε επιπλέον στους ανθρώπους την ψευδαίσθηση ότι θα τους οδηγήσει στην τελειότητα: στην παντογνωσία και (με την τεχνολογία) στην παντοδυναμία. Έτσι, δεν είναι απλώς η διερεύνηση του κόσμου γύρω μας (και μέσα μας), αλλά και μια πηγή νοήματος για τους ανθρώπους, πολλοί από τους οποίους πλέον λένε ρητά: «πιστεύω στην επιστήμη και όχι στη θρησκεία», εννοώντας ότι εμπιστεύονται την επιστήμη να τους οδηγήσει στην αλήθεια και στην τελειότητα (τους ίδιους προσωπικά ή το ανθρώπινο είδος – δεν λένε «γένος», γιατί θεωρούμαστε ζώα πλέον – συνολικά).

Η συνέχεια της εγκαθίδρυσης της επιστήμης, ως ιδέας πλέον, στη συνείδησή μας ως της νέας πηγής της αλήθειας, του νοήματος για τη ζωή και της τελειότητας (δηλαδή της νέας θρησκείας) έχει τις εξής συνέπειες:

Οι «πιστοί της επιστήμης», όταν κάτι χαρακτηρίζεται «επιστημονική θέση», το αποδέχονται αυτόματα, χωρίς να αξιώνουν να τους παρουσιάζεται καμία απόδειξη. Αρκεί ότι «το λένε οι επιστήμονες», άρα είναι αλήθεια.

Όταν κάποιος αμφισβητήσει αυτή την «επιστημονική θέση» ή υποστηρίξει μια «αντιεπιστημονική» άποψη, δεν αντιμετωπίζεται νηφάλια, αλλά δέχεται ύβρεις και χλευασμούς, ακόμη και αν είναι και ο ίδιος επιστήμονας: έχει μετατραπεί σε «αιρετικό» και αντιμετωπίζεται με φανατισμό, που έχει εντελώς θρησκευτικά χαρακτηριστικά. Οι αντίπαλοί του δεν αφήνουν καν το περιθώριο να έχει ενδεχομένως δίκιο – δεν συζητούν καθόλου αυτή την πιθανότητα – και συχνά απαιτούν να του αφαιρεθούν οι επιστημονικοί τίτλοι του ή να του απαγορευθεί να εκφράζει τη γνώμη του.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν όλοι οι επιστήμονες που, κατά τη διάρκεια της πρόσφατης πανδημίας, εξέφρασαν την άποψη ότι μέσω της θείας κοινωνίας δεν μεταδίδονται ασθένειες. Λιθοβολήθηκαν ανηλεώς (ευτυχώς όχι με κυριολεκτικές πέτρες), έστω και αν οι κατήγοροί τους δεν μπορούσαν να αντιτάξουν παρατηρήσεις που να καταρρίπτουν αυτή την άποψη – απλώς λόγω της εκ των προτέρων βεβαιότητας των αντιπάλων τους ότι «δεν μπορεί» παρά να λειτουργούν οι γνωστοί φυσικοί νόμοι και στα χριστιανικά μυστήρια.

Όταν κάποιος προβάλλει το επιχείρημα ότι η επιστήμη είναι το όχημα, με το οποίο οι σύγχρονες πολυεθνικές εταιρίες ελέγχουν και κατευθύνουν τον τρόπο σκέψης και ζωής των ανθρώπων, με αποκλειστικό σκοπό το οικονομικό κέρδος τους, χαρακτηρίζεται συνωμοσιολόγος, φθάνοντας ακόμη και στο σημείο να θεωρηθεί «ψεκασμένος» (όπως ελέχθη), δηλ. ψυχοπαθής, ενώ μια ματιά γύρω μας αρκεί για να πείσει ότι αυτό ισχύει. Το ίδιο υφίσταται και όποιος υπενθυμίσει ότι η επιστημονική έρευνα δεν είναι ανεξάρτητη, αλλά χρηματοδοτείται από εταιρίες, που αποσκοπούν στο να καρπωθούν τα οφέλη της. Δεν αντιμετωπίζεται νηφάλια, αλλά στοχοποιείται ως υβριστής: συκοφαντείται ότι επιθυμεί να καταργηθεί εντελώς η επιστήμη και να επιστρέψουμε σε πρωτόγονες μορφές ζωής και κοινωνίας, που κατά τεκμήριο απαξιώνονται και απορρίπτονται.

Δύο ακόμη συμπτώματα: οι «πιστοί της επιστήμης» αξιώνουν να έχουν τον τελευταίο λόγο και στο ζήτημα της ύπαρξης του Θεού, πιστεύοντας (αυθαίρετα) ότι, αν ο Θεός υπήρχε, θα έπρεπε να εντοπιστεί με τις μεθόδους των φυσικών επιστημών – παρά το γεγονός ότι σήμερα γνωρίζουμε ότι ακόμη και εντός του σύμπαντος υπάρχουν στοιχεία, που οι δικές μας επιστημονικές μέθοδοι αδυνατούν να εντοπίσουν. Τις αναρίθμητες περιπτώσεις ανθρώπων, που όχι μόνο μαρτυρούν οι ίδιοι ότι ήρθαν σε επαφή και ενότητα με τον Θεό, αλλά το μαρτυρούν και πολλοί άλλοι γι’ αυτούς (συχνά, ακόμη και πανεπιστημιακοί), τις απαξιώνουν αμέσως και με συνοπτικές διαδικασίες, υποβιβάζοντάς τις (βάσει των δικών τους πεποιθήσεων και μόνον) σε ψεύδη, μύθους και ψυχοπαθολογικές καταστάσεις.

Εκτός αυτού, οι «πιστοί της επιστήμης» υποστηρίζουν ότι η επιστημονική έρευνα «δεν πρέπει να έχει όρια», δηλαδή να είναι νομοθετικά ελεύθερη να κινηθεί σε όποιους τομείς θέλει και να εξελιχθεί όσο θέλει, ακόμη και διακινδυνεύοντας να βλάψει τους ανθρώπους ή τον πλανήτη. Αν και είναι ιστορικά αποδεδειγμένο ότι τα ανθρώπινα πάθη, όταν δεν περιορίζονται, οδηγούν σε ολέθρια αποτελέσματα και είναι επίσης γνωστό ότι τις επιστημονικές ανακαλύψεις τις διαχειρίζονται κερδοσκοπικές ομάδες (οι πολυεθνικές), οι πιστοί της νέας θρησκείας θεωρούν αδιανόητο να τεθεί φραγμός στην ανάπτυξή της, επειδή ακριβώς στο υποσυνείδητό τους αυτό ισοδυναμεί με βλασφημία εναντίον μιας θεότητας (την οποία υπηρετούν οι άνθρωποι και νιώθουν την ανάγκη να την υπηρετούν απρόσκοπτα).

Αγνοούν ή λησμονούν και την πλατωνική ρήση «πάσα επιστήμη χωριζομένη δικαιοσύνης και της άλλης αρετής, πανουργία και ου σοφία φαίνεται» (Πλάτωνα, Μενέξενος, 247a), και τα λόγια του αγίου Ιακώβου, εντός της Καινής Διαθήκης, «Τις σοφός και επιστήμων εν υμίν; δειξάτω εκ της καλής αναστροφής τα έργα αυτού εν πραΰτητι σοφίας». Και συνεχίζει: «ει δε ζήλον πικρόν έχετε και εριθείαν εν τη καρδία υμών, μη κατακαυχάσθε και ψεύδεσθε κατά της αληθείας. ουκ έστιν αύτη η σοφία άνωθεν κατερχομένη, αλλ' επίγειος, ψυχική, δαιμονιώδης. όπου γαρ ζήλος και εριθεία, εκεί ακαταστασία και παν φαύλον πράγμα. η δε άνωθεν σοφία πρώτον μεν αγνή εστιν, έπειτα ειρηνική, επιεικής, ευπειθής, μεστή ελέους και καρπών αγαθών, αδιάκριτος και ανυπόκριτος. καρπός δε της δικαιοσύνης εν ειρήνη σπείρεται τοις ποιούσιν ειρήνην» (Επιστολή Ιακώβου, 3, 13-18).

 ***

 Ποια είναι η τελειότητα, στην οποία υποτίθεται ότι θα μας οδηγήσει η επιστήμη, γίνεται αντιληπτό όχι μόνον από τη σύγχρονη ζωή, αλλά και από τους εφιάλτες που εκφράζονται μέσω της λογοτεχνίας και του κινηματογράφου επιστημονικής φαντασίας, για τους οποίους έχουμε γράψει και άλλοτε: οι εφιάλτες αυτοί αναφέρονται σε επανάσταση των μηχανών (που θα έχουν πλέον νοημοσύνη), επαφή με επιθετικές εξωγήινες φυλές, ιό που μετατρέπει το σύνολο του ανθρώπινου πληθυσμού σε ζόμπι, πυρηνικό πόλεμο που θα καταστρέψει τον πολιτισμό και την κοινωνία μας και οι λίγοι επιζώντες θα παλεύουν για την επιβίωσή τους, νέες μορφές εγκληματικότητας, γενετικά τροποποιημένους ή μηχανικά ενισχυμένους ανθρώπους που θα προσπαθούν να καλύψουν το υπαρξιακό κενό τους με τον εθισμό σε ουσίες ή στη βία…

Από τον «Φρανκενστάιν» και το «Νησί του Δόκτορος Μορώ» (ήδη τον 19ο αιώνα) μέχρι το «Μάτριξ», τον «Εξολοθρευτή», το «Γκάτακα» και το «Φάντασμα στο κέλυφος», οι εφιάλτες αυτοί αναδύονται διαρκώς και παρόλα αυτά ο δυτικός κόσμος προχωρεί προς αυτήν ακριβώς την πραγματικότητα, σαν «μαγεμένος», δηλ. γοητευμένος και δεμένος με τις ψευδαισθήσεις της επιτυχίας του.

Αυτό που δεν φαίνεται επίσης να αξιολογεί επαρκώς ο «πιστός της επιστήμης» είναι ότι η σύγχρονη φυσική δεν υποστηρίζει πλέον το όνειρο της παντογνωσίας και της παντοδυναμίας του ανθρώπου, αλλά παραδέχεται ταπεινά ότι η εικόνα που έχουμε για τον κόσμο που μας περιβάλλει (όπως οι συμπαγείς όγκοι και τα χρώματα) είναι μια δική μας ψευδαίσθηση και ότι η πραγματική φύση, δομή και λειτουργία του κόσμου είναι κάτι άγνωστο σ’ εμάς. Το ανιχνεύουμε, αλλά, παρά την τεράστια τεχνολογική και μεθοδολογική εξέλιξή μας, είμαστε πολύ μακριά ακόμη από το να το γνωρίσουμε πλήρως ή να το κατανοήσουμε.

Θεωρώ αξιοσημείωτο ότι αυτά τα λόγια χρησιμοποιούν οι Πατέρες της Εκκλησίας μιλώντας για τον Θεό: Τον γνωρίζουμε μέσω της ένωσής μας με Αυτόν, αλλά δεν μπορούμε να Τον κατανοήσουμε, επειδή είναι ριζικά διαφορετικός από εμάς. Έτσι, η παραδοχή της σύγχρονης φυσικής, από τη μια καταρρίπτει τον δογματισμό του παρελθόντος περί παντογνωσίας και παντοδυναμίας, από την άλλη διαθέτει επίσης χαρακτηριστικά θρησκευτικού δέους και συστολής.

Θα κλείσουμε το σημείωμά μας επισημαίνοντας ότι υπάρχουν πολλοί επιστήμονες που είναι και πιστοί χριστιανοί ή μέλη διαφόρων θρησκειών και σε καμία περίπτωση δεν θεωρούμε ότι οι ιδιότητες αυτές είναι ασύμβατες μεταξύ τους. Αντίθετα: η θρησκευτική πίστη είναι ζητούμενο και για τον επιστήμονα, που θα τον βοηθήσει να θέσει ηθικά όρια σε όσα κάνει και να φτάσει στην, κατά τη γνώμη μας, πραγματική τελειότητα, συνδεόμενος με τον Θεό και συγχρόνως μελετώντας και κατανοώντας το σύμπαν, τον πλανήτη μας και τον ίδιο τον άνθρωπο.

Θεόδωρος Ι. Ρηγινιώτης

Ο Θεόδωρος Ι. Ρηγινιώτης γεννήθηκε το 1971 και είναι θεολόγος στο Ρέθυμνο, έγγαμος και πατέρας μιας κόρης.

Email Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.