Συνταξιούχος εκπαιδευτικός πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης , ποιήτρια.
1) Ελλάς, η μια, κι ένας Χριστός
Καρδιογνώστα, των ψυχών
γλυκύτατε, Θεέ μου
πόσα γνωρίζεις και σιωπάς
για πόσα πάντα μεριμνάς
φιλάνθρωπε Χριστέ μου!
Εκ των άνω πραγματώνεται
με άμετρη ευσπλαχνία
η λύτρωση, η φώτιση
καθώς κι η σωτηρία.
Κάμε, Θεέ, μη φοβηθώ
την ώρα του θανάτου
και τη ζωή μου την καινή
αυτήν, πέρα του τάφου.
Γενναίο, τότε, φρόνημα
και θάρρος, μόνο, δωσ’ μου
ν’ αφήσω πίσω κάθε τι
του μάταιου τούτου κόσμου.
Ειρηνικά να τελειωθώ
εν προσευχή και πίστει
και μετανοία αληθινή
στην πρόσκαιρή μου ζήση.
Στην έσχατη του σπαραγμού
την ώρα, την αγία
και στης ψυχής τη μοναξιά
γλυκιά παρηγορία,
στείλε αγγέλους Σου, φαιδρούς
ψηλά στο προσκεφάλι
κι ένα παπά, στην κλίνη μου
για να με μεταλάβει.
Ο άρχων Μιχαήλ να’ ρθει
εις την κατάπαυσή μου,
να γαληνέψει κάμποσο
η άθλια ψυχή μου.
Στου χάρου να ‘μαι δεκτική
το πρώτο κάλεσμά του
κι ευθύς να κάνω ό,τι μου πει
το κάθε πρόσταγμά του.
Μην παιδευτώ ανώφελα
στο μαύρο της σκιάς του
και στ’ αδειανό κι αμείλικτο
της παγερής ματιάς του!
Στην τελευταία μου πνοή
με άδειο, πια, το σώμα
σαν έρθει και η λύτρωση
σφραγίζοντας το στόμα,
μην κλάψουνε, ως είθισται
οι συγγενείς κι οι φίλοι
μονάχα, όλοι να εύχονται
νά ‘χω καλό ταξίδι.
Κι αφού η αθάνατη ψυχή
ζωή θα ζήσει πάλι
και μάλιστα αιώνια
σε μια πατρίδα άλλη,
μη μαυροφορεθεί κανείς
κι εις μάτην, μην πενθήσουν
“συχωρεμένη”, μόνο, ας πουν
κι ας μην αδιαφορήσουν,
τα δέοντα να γίνονται
της χριστιανοσύνης
να τύχω του ελέους Σου
και της μεγαλοσύνης.
Από σιτάρι, κόλλυβο
ας κάνουν, ταπεινό
που συμβολίζει της ζωής
τον κύκλο τον απλό.
Στον τάφο, όπου θα κοίτομαι
‘λαφρύ νά ‘ναι το χώμα
κι ένα μαζί του να γενώ
στο ανήλιαγό του δώμα.
Ο άγγελός μου, από κοντά
κατοπινά κι εν τάχει
απ’ τα φρικτά τελώνια
στο φως Σου να με βγάλει.
Το θρόνο Σου, τον ένδοξο
Χριστέ μου, ν’ αντικρίσω
Τριάδα Ομοούσιον
Θεόν, να προσκυνήσω.
Της, δε, καλής μου Παναγιάς
που αγρύπνια είναι γιομάτα
να μ’ αξιώσει να ιδώ
τα ολόγλυκά Της μάτια.
Κι όταν η ώρα, θε’ να ‘ρθεί
της μέλλουσας της κρίσης
στης χάριτός Σου τη χαρά
Χριστέ, να μ’ αναστήσεις,
τον Κύριό μου και Θεό
μ’ αγάπη να κοιτάξω
να μεγαλύνω, να υμνώ
κι αιώνια να δοξάζω.
Χαίρε, Σου είπε ο αρχάγγελος
Χαίρε, γλυκιά Μαρία
Χαίρε, αγγέλων χαρμονή
Των ουρανών Κυρία.
Σύ, της Τριάδος θα κρατείς
Αγνή, τα δευτερεία
Χαίρε, του κόσμου η ελπίς
Και η παρηγορία
Σε τούτο το παράδοξο
Χαρμόσυνο πλην όμως
διά Σού, για μας ανοίχτηκε
του παραδείσου ο δρόμος.
Ηγιασμένο σκήνωμα
εγίνηκες και τόπος
να σαρκωθεί στα σπλάχνα Σου
ο προαιώνιος Λόγος.
Ασπόρως να τεχθεί Υιός
Μονογενής καθ’ όλα
για να γενείς μιάν άνοιξη
την άγια εκείνη μέρα
των χριστιανών η άνοιξη
και του Θεού μητέρα.
Όμορφη πάντα η άνοιξη
Μυριόμορφη η δική Σου
Λαμπρός πάντα ο ήλιος Σου
καθάρια κι η αυγή Σου.
Στη δρόσο την εωθινή
στην επουράνια αυλή Σου
ξυπνούν και φτάνουν τα πουλιά
ψηλά ως το θρονί Σου.
Στης κρήνης Σου τ’ αθάνατο
το νάμα ξεδιψούμε
σεμνά και πανευφρόσυνα
πετούν και τραγουδούνε:
«ευλογημένη η άνοιξη
αγιαστική η δική Σου
ελπίδα νεοφώτιστη
η κάθε ανατολή Σου».
Ακούν κι αναθαρρεύουνε
τα τρυφερά βλαστάρια
σε χρώματα λογής – λογής
στ’ ανθόσπαρτα λιβάδια.
Τον ύπνο και τον θάνατο
πίσω τους αφήνουν
στο φως Σου το πανάγιο
της σκέπης Σου να ζήσουν.
Χαίρε, Σου είπε ο αρχάγγελος
Χαίρε, γλυκιά Μαρία
χαίρε, ευδοκία του Πατρός
χαίρε, Υπεραγία.
Σε ασπάζεται ο Γαβριήλ
πριν δυο χιλιάδες χρόνια
στις Ναζαρέτ το άσημο
κι ευλογημένο δώμα.
Στων αρετών την ομορφιά
εξίσταται θαυμάζει
και Σου προσφέρει τον λευκό
τον κρίνο όπως ταιριάζει.
Η κτίση ολάκερη νοεί
Το μήνυμα που αγγέλλει
κι ως Παναγιά και Δέσποινα
σε χαιρετά και χαίρει.
Σε χαιρετούν τα πέλαγα
και οι βουνοί κι οι κάμποι
και τα ψηλά καμπαναριά
κάθε πρωί και βράδυ.
Σε χαιρετούν τα σύμπαντα
στης φύσης το γιορτάσι
αγάλλονται οι ουρανοί
κι η γη απ’ άκρη σ’ άκρη.
Αγγέλων τα συστήματα
και γένη των ανθρώπων
Νύμφη Ανύμφευτε, Σεμνή
απάντων των αιώνων
τιμή και δόξη ψάλλουν Σοι
την Αειπαρθενία
μακαριούν και προσκυνούν
τα θεία μεγαλεία.
Χαίρε, Σου λένε άπαντες
χαίρε, και η καρδιά μου
άνοιξη είσαι Παναγιά
στη βαρυχειμωνιά μου.
Σύ, στο λειμώνα μου ανθείς
τα εύοσμα λουλούδια
τους κρίνους Σου τους διαλεχτούς
τα οία, τα ζουμπούλια.
Να’ χω μιαν άνοιξη γλυκιά
παντοτινή εντός μου
μυριόπνοη κι αοίδιμη
κι αλλιώτικη του κόσμου.
Με Σε, των πάντων τη χαρά
σε όλο μου το βίο
το έαρ Σου, Παρθένα μου
να ανυμνώ το θείο.
Το έαρ της δόξης του Υιού
της κοσμοσωτηρίας
το εναρκτήριον επί γης
Χριστού της παρουσίας.
Το έαρ αγγέλων και θνητών
πενήτων και πλουσίων
του πνεύματος και της καρδίας
μαρτύρων και οσίων.
Χαίρε, Σου είπε ο αρχάγγελος
την Κεχαριτωμένη
χαίρε, κι εγώ Παντάνασσα
Άνοιξη αγαπημένη.
Χαίρε, μητέρα της Ζωής
και φέγγος της ζωής μου
χαίρε, ενοικούσα γαληνή
Άνοιξη της ψυχής μου.